«Ἡ ἀλήθεια δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τό πλῆθος. Ἔστω καί ἕνας φτάνει!»
Ὁσίου
Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου,
Ἐπιστολή
48 (ΜΗ) στό τέκνο του Ἀθανάσιο...
«... Πρόσεχε λοιπόν, ἀδελφέ,
τί λέγει ὁ μέγας Βασίλειος σ΄ ἐκείνους
ποῦ
κρίνουν τήν ἀλήθεια ἀπό τό
πλῆθος.
«Αὐτός ποῦ δέν
τολμᾶ»,
λέγει, «νά δικαιολογήσει τή συζήτηση ποῦ
γίνεται, οὔτε ἔχει νά
παρουσιάσει ἀποδείξεις, καί ἐξαιτίας
αὐτοῦ
καταφεύγει στό πλῆθος, ὁμολογεῖ τήν ἥττα
του, ἐπειδή
δέν ἔχει
κανένα ἐφόδιο
θάρρους».
Καί μετά ἀπό ἄλλα: «Ἄς μου
δείξει τήν ὀμορφιά τῆς ἀλήθειας,
ἔστω καί
ἕνας,
καί πολύ σύντομα θά πεισθῶ. Ὅμως πλῆθος
πολύ χωρίς ἀποδείξεις, εἶναι
βέβαια ἱκανό νά
ἀπειλήσει,
ἀλλά νά
πείσει καθόλου. Οἱ πόσες μυριάδες θά μέ πείσουν
νά πιστέψω ὅτι ἡ ἡμέρα εἶναι
νύχτα, ἤ τό
χάλκινο νόμισμα νά τό θεωρήσω χρυσό καί ἔτσι νά
δεχθῶ, ἤ νά
πιστέψω ὁλοφάνερο
δηλητήριο, ἀντί γιά κατάλληλη τροφή;».
Ἔπειτα, ἐξαιτίας
γήινων πραγμάτων δέν θά φοβηθοῦμε τούς πολλούς ποῦ
ψεύδονται, καί γιά χάρη τῶν δογμάτων θά ἀκολουθήσω
μέ νεύματα ἀναπόδεικτα, ἐγκαταλείποντας
ἐκεῖνα ποῦ
παραδόθηκαν ἀπό παλιά καί ἀπό
μακρό χρόνο μέ πολλή συμφωνία καί τίς μαρτυρίες τῶν ἁγίων
Γραφῶν;
Δέν ἀκούσαμε
τόν Κύριο ποῦ λέγει...
«Πολλοί εἶναι οἱ
καλεσμένοι, λίγοι ὅμως οἱ ἐκλεκτοί»,
καί ἀλλοῦ πάλι,
«Στενός καί γεμάτος θλίψεις εἶναι ὁ δρόμος
ποῦ ὁδηγεῖ στή
ζωή, καί εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι ποῦ τόν
βρίσκουν»; Ποιός λοιπόν λογικός δέν εὔχεται
νά εἶναι
μεταξύ τῶν λίγων,
ποῦ μέσα ἀπό τή
στενή πύλη μπαίνουν στή σωτηρία, παρά μεταξύ τῶν πολλῶν, οἱ ὁποῖοι μέσω
τῆς
πλατειᾶς ὁδοῦ
σπρώχνονται πρός τήν ἀπώλεια; Καί ποιός δέν θά ἐπιθυμοῦσε, ἄν ζοῦσε κατά
τήν ἐποχή τοῦ
μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου
Στεφάνου, νά βρίσκεται μέ τό μέρος ἐκείνου,
ποῦ ἦταν ὁ μόνος
ποῦ
δεχόταν τούς λίθους καί ἦταν ὁ
περίγελος ὅλων, παρά μέ τούς πολλούς ποῦ
νόμιζαν πῶς ἔχουν
τήν ἀληθινή
πίστη ἀπό τήν
κακή ἐξουσία;
Ἕνας ἄνθρωπος
ποῦ
προκόβει κατά Θεόν, εἶναι προτιμότερος ἀπό
μυριάδες ποῦ καμαρώνουν μέ αὐθάδεια.
Ὅπως
βλέπουμε καί τήν Παλαιά Διαθήκη, ὅπου
χιλιάδες ἀπό τόν λαό ἔπεφταν
χτυπημένοι ἀπό θεϊκή ὀργή,
καί «Μόνος ὁ Φινεές στάθηκε καί ἐξευμένισε
τόν Θεό, καί κόπασε ἡ καταστροφή». Ἄν ὅμως ἐκεῖνος ἔλεγε, Πῶς νά
τολμήσω νά ζητήσω ἐξιλέωση ὕστερα ἀπό τά
τόσα ποῦ ἔγιναν;
Πῶς νά
καταψηφίσω αὐτούς ποῦ ἀποφάσισαν
νά ζοῦν μέ
τόν τρόπο αὐτόν; Οὔτε αὐτός θά ἀρίστευε,
οὔτε τό
κακό θά σταματοῦσε, οὔτε οἱ ὑπόλοιποι
θά σώζονταν, οὔτε ὁ Θεός
θά τούς χάριζε τήν εὔνοιά Του.
Εἶναι
λοιπόν καλό, εἶναι καλό καί ὁ ἕνας νά
μιλάει μέ παρρησία καί νά ἀκυρώνει τήν ἄδικη ἀπόφαση
τῶν πολλῶν. Σύ ὅμως, ἄν σου ἀρέσει,
προτίμησε ἀντί τοῦ Νῶε ποῦ
σώζεται, τό πλῆθος ποῦ
πνίγηκε, καί ἐμένα ἐπίτρεψέ
μου νά τρέξω στούς λίγους ποῦ εἶναι
μέσα στήν κιβωτό. Ἄν πάλι θέλεις κατάταξε τόν ἑαυτό
σου μαζί μέ τούς πολλούς στά Σόδομα, ἐγώ ὅμως θά
συνοδέψω τόν Λώτ, ἔστω καί ἄν μόνος
του ἀποχωρίζεται
ἀπό τά
πλήθη ἐπιδιώκοντας
τό συμφέρον του.
Ὡστόσο
γιά μένα καί τό πλῆθος εἶναι
σεβαστό,
ὄχι ὅμως ἐκεῖνο ποῦ ἀποφεύγει
τήν ἐξέταση,
ἀλλά ἐκεῖνο ποῦ
παρέχει ἀποδειξη•
ὄχι ἐκεῖνο ποῦ ἀμύνεται
μέ κακία, ἀλλά ἐκεῖνο ποῦ
διορθώνεται μέ τρόπο πατρικό•
ὄχι ἐκεῖνο ποῦ
χαίρεται μέ τήν καινοτομία, ἀλλά αὐτό ποῦ
φυλάγει τήν πατρική κληρονομία.
Καί γιά ποιό πλῆθος μου
μιλᾶς; Αὐτό ποῦ
πληρώθηκε μέ κολακεία καί δῶρα; Αὐτό ποῦ ἐξαπατήθηκε
ἀπό ἀμάθεια
καί ἄγνοια;
Αὐτό ποῦ ἔπεσε ἀπό
δειλία καί φόβο; Αὐτό ποῦ
προτίμησε τήν πρόσκαιρη ἀπόλαυση τῆς ἁμαρτίας,
ἀπό τήν
αἰώνια
ζωή; Αὐτά ποῦ πολλοί
ὁμολόγησαν
φανερά.
Μέ τό πλῆθος ἐνισχύεις
τό ψέμα; Ἔδειξες τό μέγεθος τοῦ κακοῦ.
Γιατί, ὅσο
περισσότεροι βρίσκονται στό κακό, τόσο μεγαλύτερη εἶναι ἡ
συμφορά.»
(ΕΠΕ, Φιλοκαλία τόμος 18Β ,
σέλ. 243-247)
Πηγή μας: