«Δεν
υπάρχει ένας χριστιανός να μου πάρει το κεφάλι;» Πώς πέθανε ο Κωνσταντίνος
Παλαιολόγος; Πού βρίσκονται ο τάφος και τα λείψανα του;
Δημοσίευση: 30 Μαΐου 2017
«Ο Γεώργιος Φραντζής επιστήθιος
φίλος του Κωνσταντίνου, που ήταν αυτόπτης μάρτυρας, μας πληροφορεί στο Χρονικό
του για την Άλωση, ότι ο Κωνσταντίνος την τελευταία νύχτα συγκέντρωσε τους
εξαντλημένους υπερασπιστές για να τους απευθύνει τον τελευταίο λόγο.
Γράφει πως τους είπε, μεταξύ
άλλων:
«Δεν έχω καιρό να πω
περισσότερα· μοναχά το ταπεινωμένο σκήπτρο μου το αναθέτω στα χέρια σας, για να
το διαφυλάξετε με προθυμία. Σας παρακαλώ ακόμα, και ζητώ την αγάπη σας, να
είστε πειθαρχικοί στους στρατηγούς σας, τους δημάρχους και τους εκατόνταρχους,
ο καθένας κατά την τάξη του, τη θέση του και την υπηρεσία του. Να ξέρετε τούτο:
αν από μέσα από την καρδιά σας φυλάξετε τις εντολές μου, ελπίζω στο Θεό ότι θα
λυτρωθούμε από την παρούσα δίκαιη απειλή του. Δεύτερον, σας περιμένει στον
ουρανό το αδαμάντινο στεφάνι, και η μνήμη σας θα είναι αιώνια και άξια στον
κόσμο».
Με αυτά τελείωσε τη δημηγορία
του, ευχαριστώντας με δάκρυα και στεναγμούς το Θεό. Τους είπε τέλος: «Λοιπόν,
αδερφοί και συμμαχητές, να είσαστε έτοιμοι το πρωί. Με τη χάρη και την αρετή
που μας δώρισε ο Θεός και με τη βοήθεια της Αγίας Τριάδος, στην οποία αναθέτουμε
“την πάσαν ελπίδα μας”. Θα κάνουμε τον εχθρό να φύγει κακήν κακώς και
ντροπιασμένος από εδώ». Και συνεχίζει ὁ φραντζῆς:
«Μὲ δάκρυα
στὰ μάτια ὅλοι ἀπαντοῦν: «ἀποθάνωμεν
ὑπὲρ τῆς
Χριστοῦ
πίστεως καὶ τῆς
πατρίδος ἡμῶν». Καὶ ὁ
Βασιλέας ἀκούγοντάς τους, μὴν
συγκρατώντας οὔτε αὐτὸς πιὰ τὰ δάκρυά
του, τοὺς εὐχαριστεῖ. Καὶ οἱ
δυστυχεῖς Ρωμαῖοι, ἀκούοντες
τὸν
Βασιλέα, «καρδίαν ὡς λέοντες ἐποίησαν»·
καὶ ἀγκαλιάζονταν
δακρυσμένοι, συγχωροῦντες ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ὁ
Βασιλέας, ἀκολουθούμενος ἀπὸ ἄλλους
πολλοὺς ἐπῆγε στὴν Ἅγια-Σοφιὰ καὶ
μετέλαβε τὰ ἄχραντα
μυστήρια.
Καὶ μετὰ
επέρασε ἀπὸ τὰ Ἀνάκτορα,
γιὰ νὰ ἀποχαιρετίσει
φίλους καὶ συγγενεῖς· «ἐν τῇδε τῇ ὥρᾳ τὶς
διηγήσεται τοὺς τότε κλαυθμοὺς καὶ
θρήνους τοὺς ἐν τῷ παλατίῳ; Εἰ καὶ ἀπὸ ξύλου ἄνθρωπος
ἢ ἐκπέτρας
ἦν, οὐκ ἐδύνατο
μὴ θρηνῆσαι».
«Καὶ ἀναβὰς ἐφ᾿ ἵππου ἐξήλθομεν
τῶν ἀνακτόρων
περιερχόμενοι τὰ τείχη […]»
Ο Κωνσταντίνος με τον Φραντζή
περιήρθαν τα τείχη και τα οχυρώματα, όπου λαϊκοί, γυναίκες και μοναχοί,
βοηθούσαν στα γεμίσματα και στην πρόχειρη επιδιόρθωση των πεσμένων τειχών, στη
μεταφορά λίθων και χώματος και στα πρόχειρα νοσοκομεία, όπου περιθάλπτωνταν οι
εκατοντάδες πληγωμένοι. Ο Κωνσταντίνος εμψύχωνε τους πάντες με το ηθικό του
μεγαλείο. Στο τέλος, όταν αποχωρίστηκαν εκείνη τη νύχτα της 28ης προς 29η
Μαϊου, ήταν η τελευταία φορά που ο Φραντζής έβλεπε τον Κωνσταντίνο. Λίγο
αργότερα, πριν προλάβουν να ξεκουραστούν, ξεκίνησε ξαφνικά η πρώτη μεγάλη
επίθεση των Οθωμανών ατάκτων. Νωρίς τα χαράματα, νύχτα ακόμη. Ξύπνησε η κόλαση
από τις χιλιάδες κραυγές τους. Πύρινες βολίδες φωτιάς διέσχισαν τον ορίζοντα
και φώτισαν τον νυχτερινό ουρανό πάνω από την πόλη, προκαλώντας πυρκαγιές,
καίγοντας ανθρώπους.
Ο Κωνσταντίνος, έτρεξε στο
σημείο που είχε επιλέξει να υπερασπιστεί ο ίδιος, λόγω της αδύνατης θέσης του.
Στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, που απέναντι της είχε στήσει το τσαντήρι του ο
Μωάμεθ. Πέταξε από πάνω του το μανδύα με τα αυτοκρατορικά διάσημα, που εμπόδιζε
τις κινήσεις του και έμεινε μόνο με την πανοπλία του. Ίσος με τους άλλους.
Κράτησε μόνο τα αυτοκρατορικά ερυθρά πέδιλα, με τους χρυσοκεντημένους
Δικέφαλους Αετούς. Τράβηξε το ξίφος από την θήκη του και περιστοιχιζόμενος από
την επίλεκτη φρουρά του, ανέβηκε στις επάλξεις. Για περισσότερες από δύο ώρες
κράτησε η επίθεση των ατάκτων, που στο τέλος υποχώρησαν με μεγάλες απώλειες. Το
ηθικό ήταν υψηλό, όμως η κούραση μεγάλη.
Λίγο πριν τα χαράματα επιτέθηκε
το δεύτερο κύμα, αυτή τη φορά από τον τακτικό στρατό μαζί με ατάκτους. Σφαγή,
τρόμος και πανικός! Σαν κύματα σπάζουν πάνω στα τείχη και συντρίβονται. Ο Κωνσταντίνος
και οι περί αυτού, έρχονται σε άμεση επαφή με όσους Οθωμανούς καταφέρνουν να
αναρριχηθούν στα τείχη. Τους ρίχνουν από τις σκάλες και τους πετσοκόβουν με τα
σπαθιά. Δύο-τρεις φορές κινδύνεψε η ζωή του. Χιλιάδες βέλη και βόλια
διασταυρώνονται στον αέρα. Αλλίμονο σε όποιον βρεθεί στην πορεία τους. Έπειτα
από το γλυκοχάραμα, το δεύτερο κύμα αποσυρόταν νικημένο και με τεράστιες
ζημιές. Οι υπερασπιστές ήταν νικητές, αλλά αυτή η νίκη μεταφραζόταν σε
πολύτιμες απώλειες και σε διαρκή κάματο. Οι Οθωμανοί ήταν ξεκούραστοι. Έτσι,
μετά από την ανατολή του ηλίου, ξεκίνησε η τρίτη και τελευταία γενική επίθεση,
με τα σώματα των δεκάδων χιλιάδων επίλεκτων Γενιτσάρων.
Τώρα, ο Κωνσταντίνος, μπροστά
από την πύλη του Αγίου Ρωμανού, έχει μεταμορφωθεί σε έναν άγγελο του θανάτου,
για όσους εχθρούς τυχαίνουν μπροστά του. Ο Ιουστινιάνης πληγώθηκε βαριά και
εγκατέλειψε τη θέση του. Η πίεση είναι τώρα μεγαλύτερη. Οι εχθροί αμέτρητοι και
ξεκούραστοι, μεθυσμένοι από τις υποσχέσεις για δώρα, εκ μέρους του Μωάμεθ.
Σκοτώνει ασταμάτητα. Καθώς το αίμα πιτσιλάει πάνω του, με την έντονη μυρωδιά
του σιδήρου στα ρουθούνια, παραμορφώνει την όψη του, τα γένια του, στη μορφή
ματωμένου θηρίου. Ποτάμι ρέει το αίμα από τις επάλξεις. Υπερχειλίζει. Αγώνας
άνισος, ανέλπιδος. Τα πλοία με την υποσχεμένη βοήθεια των Ευρωπαίων, δεν ήρθαν
ποτέ (4). Οι σύντροφοι του γύρω, πέφτουν ένας-ένας. Η αντίσταση αραιώνει, τα
ανοίγματα δευρύνονται, οι γραμμές σπάζουν. Κοιτάζει τριγύρω, έχει μείνει σχεδόν
μόνος, με ελάχιστους. Γνωρίζει πλέον, τι μέλλει γενέσθαι. Η τραγικότητα των
στιγμών, τον μεταβάλλει σε μάρτυρα της ανθρώπινης φύσης. Έχει κτυπηθεί και ο
ίδιος, οι δυνάμεις του πλέον τον εγκαταλείπουν. Είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει
το φρικτό, αλλά ένδοξο τέλος, του ηττημένου από υπέρτερο εχθρό, βασιλέα. Σαν
τον Λεωνίδα.
Λένε πως φώναξε, μένοντας ως το
τέλος αξιοπρεπής και για να μη γίνει, είτε αυτόχειρας, είτε ως αιχμάλωτος, ο
εμπαιγμός του βαρβάρου:
«Δεν υπάρχει ένας χριστιανός να
μου πάρει το κεφάλι;»
Όμως, δεν υπάρχει κανείς! Οι
ήχοι των σπαθιών σιώπησαν εκεί κοντά του. Όλα τέλειωσαν πια. Ο Κωνσταντίνος,
αιμορραγώντας και με σπασμένο σπαθί, συνεχίζει να μάχεται. Κάποιοι Γενίτσαροι
τον βλέπουν μόνο, τον πλησιάζουν, με θράσος συνάμα και φόβο. Ευτυχώς, δεν
αναγνωρίζουν ποιος είναι, μοιάζει με όλους τους άλλους. Έτσι, πέφτουν πάνω του
σαν κοπάδι από ύαινες και τον αποτελειώνουν…
«Ο βασιλεύς οὖν ἀπαγορεύσας
ἐαυτόν, ἰστάμενος
βαστάζων σπάθην και ἀσπίδα, είπε λόγον λύπης άξιον
“οὐκ έστί
τις τῶν
χριστιανῶν τοῦ λαβεῖν τήν
κεφαλήν μου ἀπ΄ ἐμοῦ;” ἦν γάρ
μονώτατος ἀπολειφθείς. τότε είς τῶν
Τούρκων δούς αὐτῷ κατά
πρόσωπον καί πλήξας, καί αὐτός τῷ Τούρκῳ ἐτέραν ἐχαρίσατο’
τῶν ὁπισθεν
δ΄ἐτέρος
καιρίαν δούς πληγήν, ἔπεσε κατά γῆς’ οὐ γάρ ῄδεισαν ὃτι ὁ
βασιλεύς ἐστιν, ἀλλ΄ ὡs
κοινόν στρατιώτην τοῦτον θανατώσαντες ἀφῆκαν».
Σύμφωνα με την περιγραφή του
Φραντζή, οι κατακτητές, μετά το τέλος του αγώνα, αναζήτησαν το σώμα του
αυτοκράτορα. Ο σουλτάνος έστειλε να ψάξουν για το σώμα και πλύθηκε ένας αριθμός
από σώματα και κεφάλια, για να μπορέσουν να τον αναγνωρίσουν. Τελικά βρέθηκε
ένα σώμα με κεντημένο στις κάλτσες του τον αετό, και θεωρήθηκε ότι αυτός ήταν ο
αυτοκράτορας.
Ο Δούκας αναφέρει ότι, όταν οι
Γενίτσαροι ή οι Σέρβοι πήγαν ένα κεφάλι στον Μωάμεθ, ο Λουκάς Νοταράς, που ήταν
στη σκηνή του, επιβεβαίωσε ότι ανήκε πράγματι στον αυτοκράτορα. Το κεφάλι αυτό,
ή ένα κεφάλι τοποθετήθηκε στη στήλη του Ιουστινιανού, ως πειστήριο του θανάτου
του αυτοκράτορα. Αργότερα, το περιέφεραν θριαμβικά στις μεγαλύτερες πόλεις του
μουσουλμανικού κόσμου, ως απόδειξη της δύναμης του σουλτάνου αλλά και της
μεγάλης σημασίας της κατάκτησης της Πόλης.
«πλείονας κεφάλας τῶν
άναιρεθέντων ἔπλυναν, εἰ τύχοι
καί τήν βασιλικήν γνωρίσωσι, καί οὐκ ἡδυνήθησαν
γνωρίσαι αὐτήν, εἰ μή τό
τεθνεώς πτῶμα τοῦ
Βασιλέως εὐρόντες ὄ ἐγνώρισαν
ἐκ τῶν
βασιλικῶν
περικνημίδων, ή και πεδίλων ένθα, χρυσοί ἀετοί ἦσαν
γεγραμμένοι, ὡs ἔθος ὑπῆρχε τοῖς βασιλεύσι».
Η αναγνώριση του νεκρού
αυτοκράτορα συνοδεύθηκε από την εντολή τού σουλτάνου Μωάμεθ Β΄ να ταφεί με τις
αρμόζουσες βασιλικές τιμές, χωρίς όμως να ανακοινωθεί και ο τόπος της ταφής.
Κωνσταντίνος εν Χριστώ τω Θεώ
πιστός Βασιλεύς Αυτοκράτωρ Ρωμαίων Παλαιολόγος
Πολεμικό Μουσείο
Το μνήμα του Κωνσταντίνου πού
βρίσκονταν, ούτε οι μεταγενέστεροι γνώριζαν. Πιθανόν και πιστευτόν θεωρούμε ότι
ευρεθέντος του σώματος του Βασιλέα, κηδεύθηκε πομπωδώς, για να γίνει
πασίγνωστος ο θάνατός του, και έτσι οι μεν Έλληνες ν΄ απελπισθούν, οι δε
τούρκοι ν΄ αμεριμνήσουν. Τάφηκε στο ανέκαθεν χρησιμεύων ως Βασιλικό ηρώον, το
ναό των Αγίων Αποστόλων, ο οποίος και επί μερικούς μήνες μετά την άλωση
χρημάτισε ναός και έδρα του Πατριαρχείου.
Ο ναός, εγκαταλειφθείς από τον
Γεννάδιο μετά το πέρας διετίας περίπου, έμεινε «σφαλισμένος» στα χέρια των
Ορθοδόξων, ώσπου αποφάσισε ο πορθητής να τον γκρεμίσει (1456-1457) για να
οικοδομήσει στην θέση του τζαμί, «χωρίς ουδεμία να χαθεί πέτρα αυτού», και
ανέθεσε την εκτέλεση του σχεδίου του στον Έλληνα αρχιτέκτονα Χριστόδουλο.
Τότε ο τάφος και τα λείψανα του
Κωνσταντίνου, υπέστησαν την ίδια τύχη με τα ιερά λείψανα των Αποστόλων που ήταν
κατατεθειμένα κάτω από την αγία Τράπεζα, ως και διαφόρων Βασιλέων που
ευρίσκονταν εντός του ναού. Άραγε πλανώμεθα αν πιστέψουμε ότι ο Χριστόδουλος
φρόντισε να συλλέξει τα ιερά λείψανα των Αποστόλων και να τα αποθέσει εις την
τότε ίσως επί τούτο ορυχθείσα κρύπτη στον δεξιό πινσό του νυν Γκιούλ Τζαμί (του
θεωρούμενου ως ναού της Αγίας Θεοδοσίας), τα δε των Αυτοκρατόρων στον αριστερό
πινσό; Τα μεν Αποστολικά σεβάστηκαν οι τούρκοι, τα δε Βασιλικά τα άφησαν στην
λήθη, φράξαντες με τοίχο την είσοδο της κρύπτης, όπως και η παράδοση αμυδρώς
μαρτυρεί;
Την παράδοση της ταφής του
Κωνσταντίνου στο Γκιούλ Τζαμί μεταφέρει ο Πατριάρχης Κωνσταντίνος, και είναι
μια παράδοση των Φαναριωτών, αλλά και των ουλεμάδων. Σύμφωνα με αυτή, έφραξαν
με τοίχο την είσοδο της κρύπτης του αριστερού πινσού, δήθεν διότι ήταν
απεριποίητη και γεμάτη με συντρίμμια λίθων, πλίνθων και ασβεστοκεραμοκονίας. Υπάρχει δε επί του
αριστερού πίνσου – όπως και επί του δεξιού – οπή ωσάν φεγγίτης ή λειτουργούσα
προς εξαερισμό. Νεώτερες έρευνες ίσως αποδείξουν την αλήθεια της παράδοσης
αυτής. Ξ. Α. ΣΙΔΕΡΙΔΗΣ
Τέσσερις είναι οι τόποι, που
διάφορες παραδόσεις τοποθετούν τον τάφο του τελευταίου αυτοκράτορα του
Βυζαντίου, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου.
1 Στο δεξιό διάδρομο του Γεσίλ
τζαμί στο Τζουβαλί, όπου ήταν η εκκλησία της αγίας Θεοδοσίας. Σ΄αυτήν
μετακομίσθηκαν τα ιερά λείψανα της μεγάλης εκκλησίας των αγίων Αποστόλων από
τον αρχιτέκτονα Χριστόδουλο,
2 Στην πλατεία του Βεφά, που
άλλοτε έκαιγε κανδήλα και μια ιτιά σκίαζε «τον ύπνον του αποθαμένου». Μετά
ήρθαν μετανάστες και χάλασαν τον τάφο,
3 Στο αγίασμα του Βαλουκλί,
4 Δεξιά από το ιερό της αγίας
Σοφίας ο ιμάμης δείχνει ένα μάρμαρο βεβαιώνοντας ότι εκεί είναι θαμμένος ο
τελευταίος αυτοκράτορας. Ο λαός μετά το μεσονύκτιον της Μεγάλης Παρασκευής
πηγαίνει παραπλεύρως του ιερού και ακούει ήχο ψαλμωδίας που εξέρχεται από τα
έγκατα της γης και βλέπει «ωσάν ένα νεκρόν θαμμένον κατάβαθα και έναν παπά να
λειτουργεί κατάλευκα ντυμένον. ΄Εχει την όψη ο νεκρός ζωντανή, σαν να κοιμάται.
Σε κάθε κνήμη του χρυσοκοπάει δικέφαλος αετός μισοσβησμένος και στο πλάι είναι
ένα σπαθί στο χρώμα της φωτιάς με σπασμένο το θηκάρι». (Ν. Βασιλειάδου).
Μέχρι τούδε δεν ήταν γνωστή
άλλη παράδοση για τον τάφο του Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου, πλην αυτής στο
Βαφά Μεϊδάνι. Ο δε λυρικός και ρητορικός τόνος της διατριβής αυτής, γεννά την
υπόνοια, μήπως και οι παραδόσεις που μνημονεύονται σ΄αυτήν είναι πλάσματα της
φιλοπάτριδος φαντασίας. (Ν.Πολίτης)
Έρευνα, συγκέντρωση,
επεξεργασία και παράθεση Χώρα Του Αχωρήτου
Οι τελευταίες στιγμές του
Έλληνα Αυτοκράτορα, Κωνσταντίνου ΙΑ, Δραγάση Παλαιολόγου…, του Γεράσιμου Γ.
Γερολυμάτου»
choratouaxoritou.gr
Πηγή μας:
«Πόλη γλυκειά που γινες Πατρίδα εδώ, μη κλαίς θα 'ρθει ο καιρός
θα 'ρθει ο καιρός»